Author :
May 13, 2024

Κατά την ανάλυση των δεδομένων της αγοράς ακινήτων λαμβάνονται υπόψη διάφοροι σημαντικοί παράγοντες που την επηρεάζουν. Δύο από αυτούς σχετίζονται με το εξωτερικό περιβάλλον και την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας. Συνδυαστικά αλλά και μεμονωμένα, αυτοί οι δύο παράγοντες επηρεάζουν τόσο την εγχώρια όσο και την εξωτερική ζήτηση στην αγορά ακινήτων.

Οι διακυμάνσεις που παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2024 με τη Λευκωσία να παραμένει σε ανοδική πορεία, την Λάρνακα να συγκρατεί την επενδυτική δραστηριότητα και τις υπόλοιπες επαρχίες της ελεύθερης Κύπρου να καταγράφουν απώλειες δίνουν αν μη τι άλλο το στίγμα μιας χρονιάς με αυξημένες προκλήσεις. Πρόκειται για προκλήσεις, οι οποίες σχετίζονται με την γεωπολιτική αστάθεια, τον πληθωρισμό, τα υψηλά επιτόκια κοκ.

Σε μια εποχή, άλλωστε, που η σφαίρα της γεωπολιτικής διαπερνά τις οικονομίες και οι τόνοι στην Μέση Ανατολή ανεβαίνουν ουδείς μπορεί να προβλέψει τι μέλλει γενέσθαι. Το μεγάλο ερώτημα ως εκ τούτου είναι εάν το μούδιασμα, που καταγράφεται στις αποδόσεις της αγοράς ακινήτων στην Κύπρο είναι παροδικό ή εάν αποτελεί προάγγελο κάμψης.

Υπάρχουν όμως κάποιοι καλοί λόγοι να δούμε το ποτήρι μισογεμάτο, κόντρα στο ομολογουμένως αρνητικό περιβάλλον. Το γεγονός ότι τα πωλητήρια έγγραφα που κατατέθηκαν το πρώτο τρίμηνο του 2024 σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023 σημείωσαν έστω μια οριακή αύξηση της τάξης του 1% δίνει κάποια ενθαρρυντικά μηνύματα. Καταδεικνύει, για άλλη μια φορά τα τελευταία χρόνια, τις αντοχές της κυπριακής αγοράς ακινήτων στις πιέσεις και στις αναταράξεις, που επισυμβαίνουν και την επηρεάζουν.

Δεν μπορεί για παράδειγμα να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι η επαρχία Λευκωσίας έκλεισε το πρώτο τρίμηνο του 2024 με εντυπωσιακή άνοδο 42% και 813 πωλήσεις. Οι πωλήσεις κινήθηκαν ανοδικά την υπό αναφορά περίοδο και στην επαρχία Λάρνακας, η οποία κατέγραψε άνοδο 6% και 723 πωλήσεις σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2023.

Στον αντίποδα δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη η μείωση σε διψήφιο ποσοστό που καταγράφει η επαρχία Λεμεσού, η πιο συστημική με τραπεζικούς όρους, της κυπριακής αγοράς ακινήτων, ούτε βεβαίως και η μείωση στην Πάφο, η οποία ανακόπτει ακαριαία την συνεχή ανοδική πορεία, που κατέγραφε τα προηγούμενα τρίμηνα. Συγκεκριμένα, η μείωση των πωλήσεων στην επαρχία Λεμεσού έφτασε το 10% και στην επαρχία Πάφου το 11%. Σε επίπεδο επαρχιών, η μεγαλύτερη υποχώρηση καταγράφεται στην ελεύθερη επαρχία Αμμόχωστου και είναι της τάξης του 16%.

 

 

 

 

Αυτές οι επιδόσεις καταγράφονται σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η αγορά ακινήτων στην Κύπρο συνεχίζει να τροφοδοτείται από τους ξένους αγοραστές, στους οποίους αναλογούν τέσσερις στις δέκα πωλήσεις ακινήτων, που έγιναν Παγκύπρια κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024. Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας οι διεθνείς πωλήσεις ακινήτων την περίοδο Ιανουαρίου – Μαρτίου 2024 άγγιξαν τις 1.451. Από αυτές οι 418 ή ποσοστό 29% αφορούσαν πωλήσεις σε αγοραστές από χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι υπόλοιπες 1.033 ή ποσοστό 71% αφορούσαν πωλήσεις ακινήτων σε αγοραστές, προερχόμενους από τρίτες χώρες. Οι περισσότερες πωλήσεις ακινήτων σε ξένους αγοραστές καταγράφονται στην επαρχία Πάφου, τη μοναδική από τις επαρχίες που οι διεθνείς πωλήσεις ξεπερνούν σημαντικά τις πωλήσεις σε ντόπιους αγοραστές.

Συνοψίζοντας, είναι σαφές ότι ο τομέας των ακινήτων καλείται να ανταπεξέλθει εκ νέου σε καθεστώς αυξημένων αβεβαιοτήτων και να συνεχίσει να τροφοδοτεί την ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας. Σίγουρα το απευκταίο σενάριο της επιδείνωσης των συνθηκών στο γεωπολιτικό περιβάλλον θα έχει επίπτωση τόσο στην εγχώρια ζήτηση, όσο και στην εξωτερική. Εκ διαμέτρου αντίθετη θα είναι όμως η εικόνα σε περίπτωση εξομάλυνσης καθώς η αγορά παρουσιάζεται έτοιμη να αξιοποιήσει τις προοπτικές της.